Κυριακή 19 Απριλίου 2015

Έκατσα χθες με μια κουβέρτα έξω στο σκοτεινό ουρανό και είδα όχι τη νύχτα, αλλά το σκοτάδι. Τότε, νομίζω κατάλαβα πόσο λυπημένο είναι το φεγγάρι μου, εκεί να στέκεται σαν ένας μύθος για όλους και αυτό να μην το καταλαβαίνουν.
Δεν δακρύζει πια το φως του. Δεν μπορεί παρά κάθε βράδυ να πασχίζει να ρίχνει το φως του στα σκοτάδια μας. Δεν είναι πάντα δυνατό. Αμυδρό κ. ασθενικό όταν η καταιγίδα σκίζει τις φτωχές μέρες του χειμώνα.
Θα ήθελα τόσο πολύ να συνεχίσω να πιστεύω ότι το χαμόγελό σου δεν κρύβει κοφτερά δόντια και η αγκαλιά σου δεν θα γυρίσει το μαχαίρι στα σπλάχνα μου. Θέλω τόσο πολύ να σε εμπιστευτώ ξανά. Να σου πω για το φεγγάρι, τον ήλιο που την αγγίζει στο ξημέρωμα, για μένα. Δεν μπορώ πια.
Έκανε πάλι κρύο, αλλά η Άνοιξη το παλεύει. Ήταν μια ήσυχη βραδιά, εκεί χωμένη σε μια κουβέρτα όλη να προσπαθώ να εξαφανίσω την παγωνιά από μέσα μου. Είσαι ένας μικρός θάνατος ζωή. Είσαι μια γέννα στα σπλάχνα της νύχτας μου.
Θέλω να πιστέψω πάλι το χαμόγελό σου. Κάτι σαν νανούρισμα τα λόγια σου,  να κοιμάμαι στην αθωότητα του κόσμου [μου], αλλά ένα σκοτάδι όλο βγαίνει και παγωνιά.....


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου