Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Νυστάζω πάλι. Κλείνει η μέρα βαριά. Το κρύο ουρλιάζει μέσα μου θύελλα. Το χειρότερο ειναι ότι οι ουλές πονάνε ακόμα και ας μην αιμορραγούν. Έγραψα κάτι γράμματα. Τα έστειλα στο διάολο και εκείνος τα έκαψε χωρίς καν να δει τα μυστικά μου.  Τα ξέρει όλα μάλλον. Βαρέθηκε και ο διάολος τα γράμματα. Άναψα τη φωτιά στο τζάκι. Έκοψα κάτι σελίδες απο παλιές φθαρμένες εφημερίδες. Περίεργο. Οι ειδήσεις οι ίδιες. Οι ημερομηνίες αλλάζουν.  Και εγώ αλλάζω αλλά οι ουλές οι ίδιες επάνω μου. Ζάρωσαν οι αναμνήσεις μου όμως. Και το άρωμά του, που να πάρει, ακόμα το μυρίζω επάνω μου. Κάποια στιγμή πρέπει να φορέσω πατσουλί. Και μετά θα μετανιώσω θα χωθώ κάτω από τη βρύση και θα αρχίσω να γδέρνομαι με το σαπούνι μπας και τον ξαναμυρίσω.
Καταραμένη η λύτρωση. Ποιος τη θέλει ;   Άλλωστε ποτέ δεν ξέρεις σε ποιο παράδεισο θα βρεθείς. Σκέφτομαι ότι εκεί, δεν θα ξέρω κανέναν μάλλον. Οι γνωστοί μου στην Κόλαση έχουν στέκι. Αλλά εκείνος δεν διαβάζει πια τα γράμματά μου.  Εχει πολλά στο κεφάλι του. Και οι πελάτες του αυξάνονται γιατι μάλλον, σίγουρα δηλαδή έχει το καλύτερο στέκι.
Αυτό το κρύο δεν θα κοπάσει καθόλου. Βοηθάει να μεθάω με τις φλόγες στο αναμμένο τζάκι. Θεέ μου, οταν θελεις δίνεις ευτυχία από τα πιο ασήμαντα πράγματα. Θαλπωρή από το τζάκι.
Θα σταματήσω να γράφω στο διάολο γράμματα. Άλλωστε έπαψα να ειμαι καλικάντζαρος.
Κοίταξα την τελευταία σελίδα της εφημερίδας. Τα νέα ίδια. Η ιστορία ....
Ίδια, αλλά εγώ δεν είμαι πια καλικάντζαρος.

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016





Ερημιά

Ένας καταρράκτης η σιωπή της λύπης. Νιώθω την ερημιά σου.
Ζω μέσα σ. αυτήν και ας μη με αναγνωρίζεις πια. Τη νιώθω σαν να είμαι η ίδια ερημιά.
Πεταμένες σελίδες σκεπάζουν το τοπίο μου.
Μάζεψα και έκαψα κάποιες να ταΐσω τη φωτιά μέσα μου. 
Μετά ήρθε η βροχή και τα έσβησε όλα. Δεν πειράζει δεν κρυώνω και τόσο. Άλλωστε σπαρτάραγαν οι λέξεις που σου έγραφα. Πως να χωρέσει ενας καταρράκτης σε κάτι σελίδες και τόση φτώχια που κουβαλά η καρδιά σου.
Δεν αρκεί.
Είναι τόσο ήσυχα στην ερημιά αυτή. Δεν τη φοβάμαι πλέον. Συνήθισα να ζω μέσα της.
Σε νιώθω,
σαν να έγινα η σάρκα της.









Ερημιά

Ένας καταρράκτης η σιωπή της λύπης. Νιώθω την ερημιά σου.
Ζω μέσα σ. αυτήν και ας μη με αναγνωρίζεις πια. Τη νιώθω σαν να είμαι η ίδια ερημιά.
Πεταμένες σελίδες σκεπάζουν το τοπίο μου.
Μάζεψα και έκαψα κάποιες να ταΐσω τη φωτιά μέσα μου. 
Μετά ήρθε η βροχή και τα έσβησε όλα. Δεν πειράζει δεν κρυώνω και τόσο. Άλλωστε σπαρτάραγαν οι λέξεις που σου έγραφα. Πως να χωρέσει ενας καταρράκτης σε κάτι σελίδες και τόση φτώχια που κουβαλά η καρδιά σου.
Δεν αρκεί.
Είναι τόσο ήσυχα στην ερημιά αυτή. Δεν τη φοβάμαι πλέον. Συνήθισα να ζω μέσα της.
Σε νιώθω,
σαν να έγινα η σάρκα της.