Με την Κική Δημουλά, (πατρικό Βασιλική Ράδου), την
οποία μόνο στα ποιήματά της την έχω συναντήσει - έχω τσακωθεί πολλές φορές μέσα
μου μαζί της. Οι λόγοι ασήμαντοι γιατί
δεν έχουν υπόσταση φυσικά, εκτός του ότι με θυμώνει η απαξίωση της
σπουδαιότητάς της από εκείνη. Θύμωσα που
τη νοιώθω να γερνάει κάτω από έναν ίσκιο της Θεάς Αθηνάς, δίπλα στο γραφείο μου
στην Ακαδημία Αθηνών. Εκεί λοιπόν, στην
δεύτερη τάξη της Ακαδημίας, στην έδρα της Ποίησης μας καταξιώνει ως έλληνες και
δε ως γυναίκες, καθώς έχει ανέβει τα υψηλότερα πέτρινα σκαλιά της διανόησης. Εκεί,
μαζί με έναν Βρεττάκο να κρατά το θόλο της Ποίησης. Δεν ξέρω όμως γιατί, αλλά
πολλές φορές, την αναιρώ και την ξαναχτίζω μέσα μου. Δεν αγαπώ όλα της ποιήματά της, αλλά τα όσα
έχουν εμποτιστεί μέσα μου, δεν τα νοιώθω απλώς κορυφαία, αλλά καθαρά μεγαλειώδη. Και όμως, έχει μια αφαιρετικότητα στην σπουδαιότητα
αυτή των έργων της που την κάνει πιο κορυφαία.
Δεν αποδέχεται αυτήν την σπουδαιότητα. Φοβάμαι ότι γίνεται ζωντανό
άγαλμα, ενώ εμείς που υποκλινόμαστε στους στίχους της, να διψάμε στην αναζήτηση
του μοναδικού λόγου ύπαρξής μας. Νομίζω ότι γίνεται ένα ζωντανό άγαλμα....
Ὅλοι σέ
λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγώ σέ πρσφωνῶ γυναίκα κατευθείαν.
Στολίζεις κάποιο πάρκο.
[Το Λίγο του Κόσμου, Κ. Δημουλά]
Στολίζεις κάποιο πάρκο.
[Το Λίγο του Κόσμου, Κ. Δημουλά]
Με την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, η γνωριμία μας
σύντομη και παιχνιδιάρικη (σε μια αποστολή του Ευρω-Μεσογειακού Κέντρου για την
UNESCO,
όπου ήμουν υπεύθυνη συντονισμού του
συνεδρίου), είχε άλλη γεύση. Τα μάτια
της παιδικά και διερευνητικά έτοιμα να σου ετοιμάσουν την ανατροπή στη σκέψη
και μετά να ψάχνεσαι πως είναι δυνατόν αυτό το σπουδαίο μυαλό να είναι τόσο
παιδί ακούραστο για Γνώση. Γιατί αυτό
έκανε, σε οδηγούσε πιο πέρα στη Γνώση.
Απλή, εξαιρετικά προσιτή σου άρπαζε το χέρι και σου έλεγε απλά «πως σε
λένε; εμένα Ελένη» και γελούσε. Αυτό μου
συνέβη άλλωστε. Όλοι στο τέλος ζητούσαν
να φωτογραφηθούν μαζί της και εγώ σε μια γωνιά την κοιτούσα γεμάτη δέος και
άγχος που έβλεπα ότι την κούραζαν και την καθυστερούσαν για να φύγει, γιατί το
αεροπλάνο θα την έπαιρνε κατευθείαν πίσω στη Γαλλία, στην Σορβόννη. Μόλις τελείωσε ήρθε καταπάνω μου και μου λέει
«μικρή μου πιάσε μου το χέρι γιατί μαζί θα κατεβούμε τις σκάλες» και έτσι
έγινε. Η ιδιαιτέρα γραμματέας, η σκιά της που την ακολουθούσε παντού, ήρθε
να την πιάσει, αλλά εκείνη με ένα γλυκό τρυφερό χαμόγελο προς εκείνη γυρνά και της λέει «θα κατέβω με τη
μικρή». Πιάνοντας το χέρι της και
προσπαθώντας να σταθεροποιήσω το βηματισμό της έπιασα τις φλέβες που χτυπούσαν
παλμούς δυνατούς, πιο δυνατούς από τους δικούς μου! Όλη ενέργεια.
Με διαπέρασε αυτή η ενέργεια, κάτι θεϊκό μεταγγίστηκε μέσα μου γιατί
έτσι μου φάνηκε. Έτσι είναι οι Σπουδαίοι
των Γραμμάτων και των Επιστημών.
Μεταγγίζουν στις φλέβες σου αυτό το Τεράστιο από το Σύμπαν. Είναι οι Μύστες μας.
-Πως
σε λένε μικρή μου; εμένα Ελένη
-Τίνα
κυρία Αρβελέρ
-δεν
σου αρέσουν οι φωτογραφίες;
-όχι
ιδιαίτερα
-λοιπόν
γλυκυτάτη Τίνα, ούτε και μένα...σε ευχαριστώ που με βοήθησες να κατέβω.
Και όμως μια γλυκιά μελαγχολία, κάτι σαν μικρή φωτιά
στο ηλιακό μου πλέγμα, με κάνει να νοιώθω ότι στους χρόνους αυτούς.... «Σπουδαίους
Μύστες» δεν θα γεννήσει άλλο η Διανόηση. Γερνούν όλα γύρω μου και κατρακυλούν χωρίς
σταματημό σε μια Στασιμότητα του Πνεύματος.
Μια επανάληψη ερμηνειών. Ίσως για αυτό θυμώνω, αν φύγουν και γίνουν
Αγάλματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου