Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015



 Με την Κική Δημουλά, (πατρικό Βασιλική Ράδου), την οποία μόνο στα ποιήματά της την έχω συναντήσει - έχω τσακωθεί πολλές φορές μέσα μου μαζί της.   Οι λόγοι ασήμαντοι γιατί δεν έχουν υπόσταση φυσικά, εκτός του ότι με θυμώνει η απαξίωση της σπουδαιότητάς της από εκείνη.  Θύμωσα που τη νοιώθω να γερνάει κάτω από έναν ίσκιο της Θεάς Αθηνάς, δίπλα στο γραφείο μου στην Ακαδημία Αθηνών.  Εκεί λοιπόν, στην δεύτερη τάξη της Ακαδημίας, στην έδρα της Ποίησης μας καταξιώνει ως έλληνες και δε  ως γυναίκες, καθώς έχει ανέβει τα υψηλότερα πέτρινα σκαλιά της διανόησης. Εκεί, μαζί με έναν Βρεττάκο να κρατά το θόλο της Ποίησης. Δεν ξέρω όμως γιατί, αλλά πολλές φορές, την αναιρώ και την ξαναχτίζω μέσα μου.  Δεν αγαπώ όλα της ποιήματά της, αλλά τα όσα έχουν εμποτιστεί μέσα μου, δεν τα νοιώθω απλώς κορυφαία, αλλά  καθαρά μεγαλειώδη.  Και όμως, έχει μια αφαιρετικότητα στην σπουδαιότητα αυτή των έργων της που την κάνει πιο κορυφαία.  Δεν αποδέχεται αυτήν την σπουδαιότητα. Φοβάμαι ότι γίνεται ζωντανό άγαλμα, ενώ εμείς που υποκλινόμαστε στους στίχους της, να διψάμε στην αναζήτηση του μοναδικού λόγου ύπαρξής μας. Νομίζω ότι γίνεται ένα ζωντανό άγαλμα....
Ὅλοι σέ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγώ σέ πρσφωνῶ γυναίκα κατευθείαν.
Στολίζεις κάποιο πάρκο.
[Το Λίγο του Κόσμου, Κ. Δημουλά]

Με την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, η γνωριμία μας σύντομη και παιχνιδιάρικη (σε μια αποστολή του Ευρω-Μεσογειακού Κέντρου για την UNESCO, όπου ήμουν υπεύθυνη συντονισμού  του συνεδρίου), είχε άλλη γεύση.  Τα μάτια της παιδικά και διερευνητικά έτοιμα να σου ετοιμάσουν την ανατροπή στη σκέψη και μετά να ψάχνεσαι πως είναι δυνατόν αυτό το σπουδαίο μυαλό να είναι τόσο παιδί ακούραστο για Γνώση.  Γιατί αυτό έκανε, σε οδηγούσε πιο πέρα στη Γνώση.  Απλή, εξαιρετικά προσιτή σου άρπαζε το χέρι και σου έλεγε απλά «πως σε λένε; εμένα Ελένη» και γελούσε.  Αυτό μου συνέβη άλλωστε.  Όλοι στο τέλος ζητούσαν να φωτογραφηθούν μαζί της και εγώ σε μια γωνιά την κοιτούσα γεμάτη δέος και άγχος που έβλεπα ότι την κούραζαν και την καθυστερούσαν για να φύγει, γιατί το αεροπλάνο θα την έπαιρνε κατευθείαν πίσω στη Γαλλία, στην Σορβόννη.  Μόλις τελείωσε ήρθε καταπάνω μου και μου λέει «μικρή μου πιάσε μου το χέρι γιατί μαζί θα κατεβούμε τις σκάλες» και έτσι έγινε.  Η ιδιαιτέρα γραμματέας,  η σκιά της που την ακολουθούσε παντού, ήρθε να την πιάσει, αλλά εκείνη με ένα γλυκό τρυφερό χαμόγελο προς  εκείνη γυρνά και της λέει «θα κατέβω με τη μικρή».  Πιάνοντας το χέρι της και προσπαθώντας να σταθεροποιήσω το βηματισμό της έπιασα τις φλέβες που χτυπούσαν παλμούς δυνατούς, πιο δυνατούς από τους δικούς μου!  Όλη ενέργεια.  Με διαπέρασε αυτή η ενέργεια, κάτι θεϊκό μεταγγίστηκε μέσα μου γιατί έτσι μου φάνηκε.  Έτσι είναι οι Σπουδαίοι των Γραμμάτων και των Επιστημών.  Μεταγγίζουν στις φλέβες σου αυτό το Τεράστιο  από το Σύμπαν.  Είναι οι Μύστες μας.
-Πως σε λένε μικρή μου; εμένα Ελένη
-Τίνα κυρία Αρβελέρ
-δεν σου αρέσουν οι φωτογραφίες;
-όχι ιδιαίτερα
-λοιπόν γλυκυτάτη Τίνα, ούτε και μένα...σε ευχαριστώ που με βοήθησες να κατέβω.
Και όμως μια γλυκιά μελαγχολία, κάτι σαν μικρή φωτιά στο ηλιακό μου πλέγμα, με κάνει να νοιώθω ότι στους χρόνους αυτούς.... «Σπουδαίους Μύστες» δεν θα γεννήσει άλλο η Διανόηση.  Γερνούν όλα γύρω μου και κατρακυλούν χωρίς σταματημό σε μια Στασιμότητα του Πνεύματος.  Μια επανάληψη ερμηνειών. Ίσως για αυτό θυμώνω, αν φύγουν και γίνουν Αγάλματα.







Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015


Τα Φεγγάρια μοιάζουν καφέ το Φθινόπωρο και τα λατρεύω πιο πολύ από εκείνα τα πυρωμένα από την κάψα της γης. Μοιάζουν λυπημένα και μόνα, σαν τα δέντρα που απογυμνώνονται σιγά σιγά, καθώς τα φύλλα δακρύζουν στην πτώση τους. Όλοι οι άνθρωποι για μένα είναι δέντρα, με ρίζες που χώνονται βαθιά στο χώμα. Δέντρα που στολίζονται ανθισμένα όνειρα την Άνοιξη. Το Καλοκαίρι ισκιώνουν τις προσδοκίες τους σε έναν ουρανό που γελάει γεμάτο άστρα. Είναι πιο δοξασμένα νομίζω του Φθινοπώρου τα Φεγγάρια, από τους λίγους Μύστες που έμειναν να προσκυνούν ευλαβικά το φευγιό της ματαιότητας στους κάμπους της σιωπής.
Μόνο όσοι υπηρέτησαν το κάλεσμα της σιωπής αυτής γνωρίζουν τη μοναδικότητα των φεγγαριών του Φθινοπώρου.
Έχω πολλά μονοπάτια περπατήσει κάτω από αυτά. Πλημμυρισμένα από ένοχες αγάπες, από άλλοθι και δικαιολογίες. Πολλά και όσα χιλιόμετρα και να σου περιγράψω, ένα τέτοιο φθινοπωρινό Φεγγάρι, έτσι μισοσβησμένο και θολό από υγρασία κορμιών, θα σου ζωγραφίσω, νομίζω τελικά. Καθώς αυτό λοιπόν πασχίζει να φωτίσει το αβυσσαλέο μας σκοτάδι, στέκεται μέσα στα δακρυσμένα δέντρα μας να κρατάει τη διαδρομή που και αυτή ίχνη δεν αφήνει πλέον.
Φυσικά στα καλοκαιρινά Φεγγάρια μοιάζουν πιο λαμπερά όλα, ασημένια και αλμυρά από τα κύματα της θάλασσας στο κορμί μας, αλλά στα φθινοπωρινά θα βρεις, νομίζω αυτό που δεν σου αρκεί, που δεν σου φτάνει, που δεν κρατά μυστικά από τον εαυτό σου. Σε πίνει το φθινοπωρινό φεγγάρι, ολόγιομο πάντα και ας μην έχει δοξασμένες πανσελήνους.

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Έλεγε ο πατέρας μου ο καπετάνιος μην βρίζεις τις πουτάνες μικρή μου/.
είναι καθαρή η συναλλαγή τους με το σκοτάδι μας/.
δίνουν αυτό που λείπει στο ζωώδες ένστικτο των ανθρώπων/.
εσύ, έχεις αγάπη από εμάς τους γονείς σου, προστασία και θαλπωρή
αυτές έχουν το τίποτα ούτε καν τον εαυτό τους/.
να βρίζεις εκείνους που έχουν πληρωμένη ψυχή, άδεια μάτια
και βρώμικα χείλια.....που κάνουν πιάτσα σε εκκλησίες, σε τάχα αναρχίες, σε διανοούμενους καναπέδες/.
το χρήμα είναι μέσο, τα υπόλοιπα είναι συναλλαγή/.
ζήσε ελεύθερη χωρίς ψευδαισθήσεις, θα σε γεμίσουν απο δαύτες
το κορμάκι σου και η σκέψη σου θα εθιστεί να τις ζητά σαν ναρκωτικό,
μακριά απο αυτές.
να σκέφτεσαι τα πάντα στη γύμνια τους!
τα πάντα!
και να μυρίζεις σαν λαγωνικό το άρωμα τους./
να διψάς για αυτό που βρέχει και για αυτό που λυμνάζει
μην το γεύεσαι!
να αγαπάς το ταπεινό και ας βασιλεύει η δόξα./
να κλαις......
να γελάς....
έτσι θα ξέρεις ότι ζεις ελεύθερη.
έχω περάσει απο χώρες που υπήρχαν φυλακές
για αυτά!
έχω περάσει από χώρες που κοριτσάκια αντί για κούκλες
κρατούν βρώμικα λεφτά από χύσια/.
μη βρίζεις τις πουτάνες μικρή μου
είναι καθαρή η συναλλαγή με την πορνεία στη ψυχή μας/.




Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Άδειο κουστούμι σε θέλω.
Άδειο από τους τίτλους που κέρδισες ...και 
Επιφάσεις απλότητας και ρεαλισμού
Γυμνό όπως γεννήθηκες,
σε μια ανθρώπινη γειτονιά του κόσμου
που οι άνθρωποι ξυπόλητοι μεθούσαν
απο χαρά, γέννες, έρωτες, τσακωμούς για τη μπουγάδα.
Τραγουδούσαν τον έρωτα, το κέφι τους το θρήνο τους, τον πόλεμο....
Κάλυψες όλα τα σημάδια σου και έγινες μια σπουδαιότητα
Αλλά,
τσακίζονται τα γόνατα της αγάπης μου για να σε ακουμπίσουν,
να δω μέσα στα μάτια σου ποια ώχρα αλήθειας έχουν.
Άδειο κουστούμι να είσαι κοντά μου
και τα σώματά μας να τσαλακώνουν τις σελίδες μας.
Έτσι, άγνωστο σε γνώρισα. Να είσαι ένας Άνεμος ελευθερίας.

και ένας τέτοιος Άνεμος Ζωοφόρος
δεν εμπαίζει την ανάσα του πόθου, δεν ηδονίζεται
να φουντώσει τη φωτιά για κάψει τα πάντα.
Άδειο κουστούμι σε θέλω.
Άνθρωπο, όχι Κάστρο καλυμμένο με πέτρες και χώμα.
και εγώ μια αλυσοδεμένη σάρκα να μπω στην καρδιά σου,
υποταγμένη.


[Άδειο Κουστούμι]

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015


Στο ποίημα κουρνιάζει ο έρωτας και ο πόνος του, η λήθη και το μυστικό/
αυτός ο ραγισμένος καθρέφτης που δείχνει κάθε σημάδι μας/
μα πόσο κάθε λέξη ένας γκρεμός!
και από κάτω να απλώνεται η λάβα της αβύσσου/
μια μαύρη θάλασσα τα μάτια μας/
Ο άνεμος σκίζει τα σπλάχνα μου στα δύο/
ένα κομμάτι πέφτει στον ουρανό
και το άλλο στην άβυσσο,
δεν μένει τίποτα σπουδαίο να σου δώσω,
μόνο κάτι τσαλακωμένες σελίδες στην άκρη του μυαλού μου/
Γελούν οι σκιές στο δωμάτιο/
νομίζω ότι στήνουν γλέντι στον πυρετό μου,
ακούνε καθώς σου ψιθυρίζω τα μυστικά μου/
αλλά πως αλλιώς αφού....
στο ποίημα αφήνεται ο μονόλογος της ψυχής
να! σαν αυτόν εδώ, που γράφεται τώρα χωρίς παύσεις/
Κάθε λέξη ένας γκρεμός στα χείλια μου,
στα χείλια σου υπάρχει μόνο σιωπή/
Μια μαύρη θάλασσα τα κορμιά μας/
.....είμαι πιο ένοχη από το πιο αθώο λάθος μας.
και αυτές οι λέξεις θα χαθούν πάλι/
έτσι πρέπει, το ποίημα να γκρεμίζεται
να βουτά στην άβυσσο για μας.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

Η ακινησία των ροών με διασπά σε πολλά μικρά κομμάτια.



Η ακινησία των ροών με διασπά σε πολλά μικρά κομμάτια. 
Όλα συνθέτουν μια απίστευτη βαρεμάρα εντελώς απολιτίκ.  Μέγιστο λάθος να δηλώνεις αυτή τη λέξη.  Σχεδόν στα χείλια μου ξεστομίζεται ως θράσος! Μα είμαι φτιαγμένη ολάκερη  μια θρασύτητα στα πεπραγμένα των συνοδοιπόρων  γύρω μου.  Πολιτικά λοιπόν διαστρεβλωμένη στην κοσμάρα μου, να χώνομαι με θρασύτητα στην ακινησία την οποία και απεχθάνομαι γενικώς.  Γενικώς, αρνούμαι την υπόσταση των  όσων πιστεύουν οι υπόλοιποι και αυτό και αν είναι θράσος….λέγεται.  Δεν βλέπω καμία πραγματική ανατροπή της σοβαρότητας που ντύνεται τραγικότητα και καμία κωμικότητα στα γελοία που βρομίζουν το απολιτίκ μου. 
Στην ουρά να περιμένουν οι στιγμές και οι παύσεις και εγώ να τα μπουρδουκλώνω όλα μέσα στο κεφάλι μου. Πολιτική που δεν είναι πολιτική.  Έρωτας που δεν είναι έρωτας. Απάντηση που γίνεται Φιλοσοφία, χωρίς καν να έχει αυτή την απλή Αρχή της Αναζήτησής της, που δεν είναι άλλο από το «σε ρωτώ…..».  Άρε Σωκράτη εσύ super star, χάθηκαν οι ερωτήσεις.  Χάθηκαν οι έρωτες της ζωής.  Αυτή η αναζήτηση του κανόνα του Αυτονόητου.  Έχει κανόνα όμως το αυτονόητο;  Μακάρι να ήξερα! Ξέρω όμως ότι η μεγαλύτερη θρασύτητα είναι να ξέρεις την απάντηση και να μην την απαντάς για να μπορεί αυτή η αναζήτηση να ρέει συνέχεια. Tres apolitique!  Επίσης, Σωκράτη λατρεμένε μου Φιλόσοφε είναι θρασύτητα , χωρίς να έχεις γράψει ποτέ σου μιαν αράδα από τις σκέψεις σου, να έχεις σημαδέψει ανεξίτηλα τη σκέψη και τη φιλοσοφία της Ανθρωπότητας. Όπως, θράσος της Ανθρωπότητας να μη σε αναφέρει στις Προσευχές της σαν επαναστάτη Θεό. 
Ωχ νομίζω ότι μόλις βλαστήμησα.
Αν είχα υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης και εννοώ τελικά και πιο υψηλό από μιας αχιβάδας , θα γινόμουν μαθηματικός ή αστροφυσικός .  Θα πάλευα με το μεγαλύτερο επαναστάτη της Ροής που δεν είναι άλλος από  το Χρόνο.  Ποιο Σύμπαν και Άστρα και Αστρικά νεφελώματα….  Το Χρόνο θα διάλεγα.  Κάτι ήξεραν οι μεγάλοι του Σύμπαντος…..
Η βαρεμάρα μου λοιπόν είναι μια διάσπαση του Ατόμου [μου] και όχι του εγωκεντρισμού μου  και από εκεί και πέρα αρχίζει ο μπελάς.  Γιατί καλά και διασπώμαι το μάζεμα πάλι χρονοβόρο, εξαντλητικό και ασύνδετο.  Σκέτη παραφωνία η οργάνωση της εικόνας μου, η ανασύνθεσή της και χαμογελώ και λέω δεν βαριέσαι γεννήθηκα καινούργιο είδος με άλλη ημερομηνία λήξης και άντε πάλι από την αρχή.  Αλλά, το απολιτίκ  μου  υπογράφεται όταν διαπιστώνω, ότι μέσα σε όλη αυτήν την ακατανόητη φλυαρία  της  πολιτικής των Άλλων,  ο Κανόνας του Αυτονόητου διασπάται σε εκατομμύρια κομματάκια  και κανείς δεν ασχολείται να τον Αναδομήσει για το Σύνολο του Κοινωνικού Ατόμου, σκορπώντας την ιστορία, το μέλλον, το δίκαιο, τον έρωτα και την ερώτηση  που απαντάς  χωρίς καν αυτή να έχει διατυπωθεί  και έτσι……

Βαριέμαι .