Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

Σεντόνια απλώθηκαν οι μονόλογοι.
σκεπάστηκε η γύμνια μου.
Ω! πόσο ήθελα να αφηγηθώ τη φυγή....
Καταρράκτης τα λόγια να χύνονται από τα μάτια μου.
σε έναν χαμένο παράδεισο γεμάτο σταλαχτίτη.
Υπόγεια τα ποτάμια της Αβύσσου
Ταξίδι μου,
πόσο μεγάλο κάνει τον πόνο η αγάπη!
Πόσο σαν βρέφος αγέννητο κυλά απεγνωσμένα
να μην μείνει στη μήτρα μου.
Μα μ’  αυτά τα λόγια ηττημένη η μέρα
που μετρώ φίλους και εχθρούς και μένα.
Συνθλίβεται η μοναξιά, συνθλίβεται το απρόσμενο
Ω! δεν με ξέρεις καθόλου σου ομολογώ.
Σεντόνια απλώθηκαν οι μονόλογοι
και μ’ αυτά τα λόγια στο λευκό χαρτί απλώνω την ψυχή μου,
σαν μικρό δειλό παιδί, χαμένο σε ένα άγνωστο παραμύθι
Αποκοιμιέμαι.


[Η Αφήγηση]

Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

~Πολλές ιστορίες μπορώ να ζήσω σε μια μόνο θα σβήσω~.

Πήρε το κινητό στα  χέρια της. Τα ένιωθε δεν τα ένιωθε έτσι  ξηλιασμένα από το κρύο ενός  χειμώνα σκληρού στα όνειρα. Έγραφε τις  πρώτες λέξεις και τις έσβηνε ξανά.  Δύσκολη παγωνιά σε δύο ψυχές.
Έγραψε πάλι τις λέξεις που έπρεπε να στείλει. Η φλέβα στην καρωτίδα δυνάμωνε από τον παλμό της έντασης.  Κυλάει ένα ποίημα σε αυτήν την φλέβα και είναι τόση δυνατή η ροή του. Πολλά λόγια γράφτηκαν, πολλά χάθηκαν.  Πολλά μαστίγωσαν. Πολλά λυπήθηκαν και τα πουλιά να πετούν στο  Νότο χωρίς φωλιά.  Άκουγε το κελάηδισμα του αποχαιρετισμού τους που έφευγαν χωρίς  ρίζες, μόνο με ανοιχτά πανιά τα φτερά τους σε γαίες μακρινές. Εκεί, όπου το δειλινό θα συναντήσει την αυγή του.
Κοίταξε τον ορίζοντα και τα  μάτια της  χάθηκαν σε αυτόν το μακρινό χρόνο που δεν είχε το τέλος.  Ένα ποίημα κυλάει στις φλέβες στους μεσημβρινούς  των καρπών  της και πάλλεται η καρδιά και τα δάκρυα παγωμένα έφταναν στον γκρεμό των χειλιών της και γίνονταν καταρράκτης.  Δύσκολη η παγωνιά σε δύο καρδιές.
Αποστολή μηνύματος.  Αναφορά ότι έφτασε στο γκρεμό του.  Η νύχτα άχνιζε παγωνιά και φώτα ξένα από τα άστρα και το φεγγάρι.  Πόλεις φωτισμένες  από αλλόκοτες επιγραφές, όπως και οι ζωές των κατοίκων τους.  Κοίταξε την άσφαλτο. Τα πόδια της ακούνητα.  Το μήνυμα εστάλη. Ακίνητος ο χρόνος και η ανάσα της.  Η πόλη μόνη στην πολυκοσμία της.
Μουσική από ένα σπασμένο στίχο πετάχτηκε από το κινητό ενός περαστικού.  Το μήνυμα εστάλη.  Η νύχτα ξένη στον έρωτα. Οι περαστικοί μόνοι και αμίλητοι.  Ζευγάρια σε έκσταση σιωπής.  Όλα ακίνητα.  Πέρασε η  ώρα και  η αυγή  χάραζε μέσα της σαν λεπίδα τα αρχικά του και το μήνυμα στο κινητό έδειχνε στα χέρια της «εστάλη».
Αποκοιμήθηκε σε ένα παγκάκι. Περίμενε να αρχίσει ο ήλιος να της μιλά.  Όλα άρχισαν ξαφνικά σαν όνειρο και τέλειωναν σε ένα αναπάντητο μήνυμα.  Το ξημέρωμα υγρό ανελέητα παγωμένο, απόξενο.  Οι πόρτες άνοιγαν ανθρώπους και θόρυβο πρωινού. Καφές ζεστός απλωνόταν στην ατμόσφαιρα, όλα φυσικά γεμάτα.  Χωρίς μηνύματα, χωρίς λέξεις κατάματα, χωρίς  κενά.  Όλα σε απίστευτη κίνηση γύρω της.  Ο κόσμος, τα γέλια των παιδιών για το σχολείο, κάπου ένα πιτσιρίκι να κλαίει στην αγκαλιά του πατέρα του, ο καφές που άχνιζε στους φοιτητές.  Ένα ζευγάρι φιλιόταν δροσιά που ξεδιψούσε το πάθος τους.  Όλα σε κίνηση και ο χρόνος να θριαμβεύει ροή.....απλή καθημερινή λιτή από λέξεις και μηνύματα που εστάλησαν .
Σηκώθηκε μέσα σε ένα φως από ανθρώπους και ζωή.  Τα παράθυρα  άνοιγαν κούρνιασμα και εκείνος ο καφές, ζεστός και οικείος ήρθε στα χέρια της από εκείνον που δεν απάντησε στο μήνυμα που του εστάλη.  Κατάματα.

Πολλές ιστορίες μπορώ να ζήσω σε μια μόνο θα σβήσω.
-Πάμε
-Ναι.



Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015

Νυχτώνουν κρύες μέρες μέσα μου, γύρω μου, στα μάτια του.
και η ησυχία των δέντρων, μένει να δέσει το άκυρο τοπίο της ζωής μου.
Νυχτώνουν και στα ακροδάχτυλά μου τα χαμόγελά του,
τα όνειρα κουρνιάζουν στην αγκαλιά μου.
Πέφτουν σαν χάντρες ενός σπασμένου κολιέ τα λεπτά του Χρόνου.
Σκύβω με λαχτάρα να τις μαζέψω πριν χαθούν οι νοσταλγίες.
Μυρίζουν πούδρα και βανίλια ....μου φαίνεται
και αυτό το άρωμα απελευθερώθηκε όταν αποκόπηκαν από το λαιμό μου και σκορπίστηκαν γύρω μου.
Νυχτώνουν και οι απ' αλήθειες στα μαλλιά μου, αυτά τα "σαν μικρά σπασίματα της πραγματικότητάς μου"
και εκείνος σαν ουράνιο τόξο μετά απο την καταιγίδα.
μα τι ηρεμία προκαλεί παραδεισένια.
Σχεδόν όλα νυχτώνουν ξανά και τα φεγγάρια μένουν εκεί πάντα,
στο στόμα του Χάους.
Ζήτησα δώρο ένα ουράνιο τόξο, απόψε και σε κάθε απόψε,
να ξαπλώνουν οι σκέψεις μου σε αυτές τις νύχτες που καίνε
τα δάκρυα των δέντρων.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

Σήμερα ξαναπέτυχα πάλι στο τρένο την κοπέλα με τα μάτια ουρανό. Μπήκε μια στάση πριν τον ωραίο αρρενωπό και γοητευτικότατο νεαρό που έχει κεραυνοβοληθεί μαζί της. 
Τον είδα λαχανιασμένο να τρέχει να προλάβει το συρμό μας και δε το βαγόνι μας. Την κοιτούσε τόσο διακριτικά, έτσι ώστε το βλέμμα του να έχει συνέπεια και σοβαρότητα σε σχέση με το δημόσιο χώρο, αλλά προφανώς και να μην τη φέρει σε δυσφορία. Όμως ήταν το βλέμμα του άντρα αετού που χτίζει δυνατή φωλιά στην καρδιά του. Την έντυνε με αύρα θαλπωρής και στοργής. Το όμορφο της ιστορίας είναι ότι το κορίτσι με τα μάτια ουρανό και με μια ατελή φιγούρα στην τελειότητα της μαγευτικής της εικόνας γύρισε και ακούμπησε παρατεταμένα το ίδιο βλέμμα πάνω του. Ένα κοίταγμα φευγαλέο δευτερολέπτων που όμως να είναι δυνατών παλμών και που δείχνει ότι και εκείνη είναι ένας άνθρωπος εξίσου σοβαρός και μετρημένος στις αυθόρμητες εκδηλώσεις του. Χάρηκα τόσο πολύ με αυτήν την κεραυνώδη διάσπαση του γκρίζου μου. Τους ερωτεύτηκα και τους δυό έτσι να πολεμούν το άγνωστό τους.......

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2015

Καμιά φορά πρέπει να φεύγεις από εκεί που δεν προορίζεσαι να φτάσεις.
Πυρωμένες λέξεις να στάζουν τα ακροδάχτυλα και
τι μένει..... να είσαι ακόμη μια χαμένη ανάσα σε τόσο συνωστισμό;
Ω! έρωτα αναπάντεχα ψυχορραγείς
σώπασε, οι τελείες δεν έχουν κρότο.
Η σιωπή πρέπει να είναι ταπεινή ένσταση σε τόσο θόρυβο...
αχ, πόσο γλυκός θάνατος το φιλί σου
και το χαμόγελο να ακροβατεί ανάμεσά μας.
Πες μου, το δηλητήριο του σκορπιού
πόσο λυτρώνει τη μοναξιά;
και οι φλέβες στις παλάμες σου,
πόση από τη μοίρα μου κρατάει;
έχω χρόνο να αποχαιρετίσω το δειλινό μας;
Φώτα πολλά, τυφλώνουν τον προορισμό
αργεί το ξημέρωμα, αργεί και το τέλος.
τι αγωνία να κρέμεσαι στο λεπτοδείκτη του αναπάντεχου.....

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

Φανταχτερά αδέξια οι ψαλμωδίες φτάνουν με τον άνεμο μέχρι κοντά μου.
Η παρατεταμένη παραφωνία της σιωπής ακινητοποιεί τη μέρα.
Φανταχτερά αδέξια σκέπτεσαι...της λέω.
"μα όχι" αντιδρά.
Κοίτα, πόσο απαλά, ξημερώνει αυτές τις μέρες. Δεν κάνει παγωνιά.
Γδύσου σαν τα δέντρα που λυπημένα προσκυνούν τον ουρανό και στο κρύο η γύμνια τους μας ζεσταίνει όλους στοργή. Ξέρουν πως πεθαίνουν οι στιγμές χωρίς φωλιά.
Γδύσου και μείνε χωρίς σιωπές.
Οι ψαλμωδίες δεν είναι προσευχές πια για κανέναν. Καμία προσευχή δεν μπορεί να σώσει νεκρές ψυχές. Καμία.
Για αυτό γδύσε το χαμόγελό σου από ειρωνείες.
Φανταχτερά αδέξια σκέπτεσθαι της λέω.....
.....................................
μου χαμογελάει πάντα, σαν τέλος.