Πρέπει να ξεκινήσω από την
τελεία. Σήμερα όλα ξημέρωσαν σε
συννεφιά. Το κεφάλι βαρύ να μην μπορεί να στερεωθεί στον άτλαντα και τα χείλια
στεγνά από την αϋπνία. Είναι κάτι βράδια
που απλώς τα μάτια κλείνουν αλλά δεν κοιμάμαι.
Που να έρθει ο γλυκός εκείνος ύπνος, όταν όλα ξεσπούν μέσα μου σε θύελλα
η οποία με τίποτα δεν σταματά να ξεσκίζει συθέμελα την κάθε μου φλέβα. Θάνατος, Προδοσία, Κακέκτυπες φιγούρες να
απλώνουν χέρι συμπόνιας και το μόνο που θέλουν
είναι να με δουν γονατισμένη και ηττημένη στο δικό τους κόσμο. Πρέπει
αυτήν την καταραμένη τελεία να την κάνω ανάσα στο γραπτό μου και όχι ένα τέλος,
όπως μου το ορίσανε χωρίς αιτία και αφορμή.
Να μου αφαιρούν το δικαίωμα του «γιατί». Πρόσφατα έμαθα, ότι δεν έχω δικαίωμα να πονώ
στο θάνατο. Δεν έχω δικαίωμα να αγαπώ και να γράφω για αυτό. Ακαταλαβίστικα δικαιώματα επάνω μου. Ακαταλαβίστικη η δίψα της κυριαρχίας επάνω
μου. Ακατανόητη η απάθεια της σύνθλιψης.
Κάθε βράδυ τρέχω μέσα σε σκοτάδια
και νοιώθω χέρια χωρίς κεφάλια να μ’
ακουμπούν και να τραβάνε τα ρούχα μου.
Στο τέλος μένω γυμνή και παγωμένη και μια ντροπή να καλύπτει την ορφάνια
μου. Βρίσκω μια σκοτεινή γωνιά και
χώνομαι σαν φοβισμένο αγρίμι να με σκεπάσει τουλάχιστον η νύχτα. Κρυώνω.
Να είμαι με εκατό κουβέρτες
καλυμμένη και να είμαι παγωμένη.
Θερμοκρασία κανονική. Από πού λοιπόν
τόση παγωμάρα θανάτου; Από εσένα που λες
ότι είμαι ένα τίποτα, που ό,τι σκέφτομαι δεν είναι παρά ένας χορός του μυαλού
μου και δεν υπάρχω. Και αφού δεν υπάρχω,
δεν μπορώ και να νοιώθω. Αλλά ξέρεις,
πάντα είμαι ζαβολιάρα και σου την σκάω πρώτη. Κρεμασμένη επικίνδυνα, από τις λέξεις
που γράφω, ξεγλιστρώ στην ελευθερία μου.
Έτσι, δεν με κατέχεις για να με κρίνεις.
Δεν με ξέρεις για να με αναγνωρίσεις.
Αλλάζω μορφές γιατί ένα τίποτα μπορεί να γίνει τα πάντα. Δεν ξέρω να χαϊδεύω την έπαρση σου. Δεν
μπορείς να ακουμπήσεις αυτά που νοιώθω.
Δεν θα γίνει ποτέ η αγάπη αυτή δική σου.
Υποκλίσου στις αυταπάτες, αλλά εμένα δεν μπορείς να με φυλακίσεις σε ύβρις.
Είμαι δραπέτης από το σκοτάδι.
Πρέπει να κλείσω την ιστορία με
μία τελεία. Όχι αυτή που εσύ επιθυμείς
γιατί μου έβαλες κανόνες, αλλά για να ντυθώ πάλι. Κρυώνω και παντού κοράκια έτοιμα να επιτεθούν
για θρίαμβο. Όμως, πριν κλείσω θα σου πω
να μάθεις να αγαπάς πέρα από την ψυχή σου και αυτό θα το καταφέρεις μόνο όταν κατέβεις
στον κόσμο που ζουν οι εφιάλτες και οι σκιές και συναντήσεις κομματιασμένες
καρδιές. Τότε, ίσως και μόνο τότε, ακούσεις να σου λέει «πεθαίνω για σένα».
Τελεία.
τι υπέροχη ουτοπία αυτη η ελευθερία...
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλημέρα