Άντε να σας πω πάλι μια ιστορία.
Διαλέγω προσεχτικά τη φαντασία. Είναι τόσο δύσκολο να φτάσεις να κολυμπήσεις,
χωρίς να πνιγείς, σε όλα αυτά τα βαθιά κανάλια του εγκεφάλου.
Σήμερα, όλα πήγαιναν σε χρόνο reverse. Άλλο πάλι και τούτο.
Να θέλεις να πας μπροστά και να προχωράει η αφιλότιμη η σκέψη με την όπισθεν
και είναι δύσκολο πολύ ομολογώ. Δεν
γίνεται να μην τρακάρεις πάνω σε μια άσχημη εμπειρία. Τα άσχημα ορθώνονται
παντού σαν πασσαλάκια. Επιδέξια να
κινούμαι σαν οδηγός που περνάει από ασκήσεις για άδεια διπλώματος. Το αποτέλεσμα είναι να γρατζουνάω συνέχεια το
μυαλό μου, αλλά ευτυχώς δεν το σμπαραλιάζω.
Στην αγωνία λοιπόν της διαδρομής και
πάνω στο λεβιέ των ταχυτήτων μου, το χέρι σου πιάνει το δικό μου και το σταματά
από την αγωνία της «αλλαγής» ταχυτήτων. Το πιο σημαντικό συναίσθημα είναι αυτό της
παρουσίας σου. Να ξέρω, ότι στην πιο
αμήχανη στιγμή μου και όταν όλα «ανάποδα» υπάρχουν, να μου δίνεις εκείνο το
πιάσιμο που θα σταθεροποιήσει τους παλμούς μου για να κοπάσει ο ίλιγγος του
παραδόξου.
Ο ίλιγγος του παραδόξου είναι
παντού. Τον συναντώ συνέχεια στα
βλέμματα των ανθρώπων, στα παχυλά λόγια που στάζουν τα χείλια τους,
ξεστομίζοντας μεγάλους τίτλους με λέξεις που χορεύουν παλαβά από αγάπη, πίστη, φιλία,
θαυμασμό, μίσος, ηδονή…….και κυρίως δικαιολογίες και θυματοποίηση. Όλοι οι
άλλοι είναι οι «δράστες». Ψυχοπαθολογικές μαριονέτες της μοίρας τους. Ο τρελός
και η τρελή στη μοίρα πιάνονται παρέα, δεμένη πάνω στο ίδιο κατάρτι που λέει
και ο Νταλάρας. Έτσι, ο ίλιγγος κλιμακώνεται στη ζωή μου και καμιά φορά, όταν
δεν είσαι κοντά μου πρέπει να πατήσω στο κορμί μου μόνη μου την voltaren. Πρακτική ειδικών στιγμών κινδύνου. Κάθεσαι μπροστά στον καθρέφτη πιάνεις το
κόκκαλο του γοφού σου και απλώνεις πίσω την παλάμη σου μέχρι να φτάσει να
αγγίξεις το άνω μέρος του οπισθίου σου. Εκεί
σημαδεύεις την ένεση. Ηρωική στιγμή του
εαυτού σου. Η απόλυτη μοναξιά και η
απόλυτη αυτονομία της, γιατί η μοναξιά αυτό το δώρο σου προσφέρει το απόλυτο στην ελευθερία. Τσιμεντένιος τοίχος! προσοχή πάρτο αλλιώς.
Σε αυτό το reverse, λοιπόν που σας λέω, αρχίζω
να συνειδητοποιώ και θέματα που προσπέρασα χωρίς να κοιτάξω, γιατί η πορεία μου
με την όπισθεν έχει πιο μειωμένη ταχύτητα, οπότε κάτι πιάνω που μου ξέφυγε,
νομίζοντας ότι προχωρώ μια χαρά μπροστά. Τι βλέπω λοιπόν; Βλέπω ζωές καλοντυμένες με θλιμμένο ύφος και άλλες
με μια υπεροψία αντισυμβατική με το «άρωμα» τους. Σαν να φοράνε φτηνές κόπιες ακριβών αρωμάτων,
αλλά να «κραυγάζουν» άνετο ελιτισμό. Μου πιάνεις πάλι το χέρι γιατί αρχίζω να
τρέμω από την ψυχρότητα που αντικρίζω. Διψάω για εκείνο τον αέρα που έρχεται
από την καρδιά της θάλασσας και δεν τον αναπνέω. Παντού μυρίζει ανετίλα και υποκρισία και
παιδικό σαπούνι πάνω σε γερασμένες νότες παλιάς μουσικής.
Ο ίλιγγος του παραδόξου είναι
μέρος της ζωής μου από ό,τι φαίνεται και εσύ επίσης. Κάποτε σου υποσχέθηκα να τα αφήσουμε όλα και
να τρέξουμε στη θάλασσα. Να πετάξουμε τα
παπούτσια και ξυπόλητοι να αφεθούμε στο γαργάλημα του μικρού κύματος που
παφλάζει στην ακροθαλασσιά. Εκεί μυρίζει
ελευθερία και αγάπη. Να χώνουμε τα χέρια
μέσα της για να πιάσουμε τα βυθισμένα άστρα.
Δεν τα κατάφερα να στο προσφέρω αυτό το φευγιό. Έμεινα σε μια ανάποδη διαδρομή σε σταθερές
ράγες πορείας.
Είμαι η ίδια πια παράδοξη από την
διαδρομή μου και εσύ, ακόμα εκεί, να μου κρατάς το χέρι στο αφήνω να
ελευθερωθείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου