Γυαλιά, βιβλία, κάτι μπιχλιμπιδια,
ένα παιδικό κουκλάκι κρεμασμένο,
η πουά κούπα μου με τον καφέ να αδειάζει και να γεμίζει γεύση και μυστικά.
Παύσεις στιγμών του χρόνου.
Ωραία η νύχτα πέφτει στο κορμί μου,
γλυκό το φως της στο δωμάτιο
και αυτή η απλή θνητή μου λάμπα με τα βιβλία παρέα.
Βιβλία χιλιοδιαβασμένα σαν γράμματα από παλιούς έρωτες.
Λερωμένες σελίδες υπογραμμισμένες, λες και η αλήθεια θα μου δώσει λύσεις.
Μια παλιά βαλίτσα γίνεται ντουλάπα. Κόπιασε σε ταξίδια και δρομολόγια της μάνας μου όταν ήταν φοιτήτρια στην Αγγλία.
Στην παλιά καρδιά του Λονδίνου όπως έλεγε.
Γιατί οι άνθρωποι θυμούνται τα νιάτα τους με περίσσεια πολυτέλεια και αίσθηση αυθεντίας, το άρωμα της οποίας σε κάθε νέα εποχή ευτελίζεται από το μοντέρνο και το μεταμοντέρνο.
Κάπου εκεί ανάμεσα στέκει και ο πελώριος καθρέφτης μου. Μικρή τον είχα ζωγραφίσει με τα κραγιόν της αλλά ξύλο ποτέ δεν έφαγα.
Τον σκούπιζε στωικά αλλά αδιάφορα για εκείνον και μου έλεγε "Κοίτα τι έκανες. Πως θα βλέπεις τώρα να βάλεις τον φιόγκο σου;"
Και είναι η αλήθεια.
Μεγάλο πανηγύρι ο παλιός καθρέφτης μου.
Όλα τα σκέρτσα είχε τα δικά μου να τον κάνουν να μοιάζει ζωντανός. Σαν ο καλύτερος φίλος μου. Η συντροφιά των μοναδικών εξομολογήσεων της σιωπής μου.
Ρυτίδες χλωμάδα, ατέλειες κορμιού αστοχίες ρούχων φορεμένων αλλά και υπέροχα να με δείχνει πανέμορφη.
Μεγάλο πανηγύρι ο καθρέφτης μου αλήθεια. Τη μια σκληρός και την άλλη απίστευτα τρυφερός ακολουθώντας τα πάντα μέσα μου.
Γυαλιά, βιβλία, ένα κουκλάκι και κάτι μπιχλιμπίδια.
Η πουά κούπα μου.
[Το δωμάτιο]
© Στ. Θ.
ένα παιδικό κουκλάκι κρεμασμένο,
η πουά κούπα μου με τον καφέ να αδειάζει και να γεμίζει γεύση και μυστικά.
Παύσεις στιγμών του χρόνου.
Ωραία η νύχτα πέφτει στο κορμί μου,
γλυκό το φως της στο δωμάτιο
και αυτή η απλή θνητή μου λάμπα με τα βιβλία παρέα.
Βιβλία χιλιοδιαβασμένα σαν γράμματα από παλιούς έρωτες.
Λερωμένες σελίδες υπογραμμισμένες, λες και η αλήθεια θα μου δώσει λύσεις.
Μια παλιά βαλίτσα γίνεται ντουλάπα. Κόπιασε σε ταξίδια και δρομολόγια της μάνας μου όταν ήταν φοιτήτρια στην Αγγλία.
Στην παλιά καρδιά του Λονδίνου όπως έλεγε.
Γιατί οι άνθρωποι θυμούνται τα νιάτα τους με περίσσεια πολυτέλεια και αίσθηση αυθεντίας, το άρωμα της οποίας σε κάθε νέα εποχή ευτελίζεται από το μοντέρνο και το μεταμοντέρνο.
Κάπου εκεί ανάμεσα στέκει και ο πελώριος καθρέφτης μου. Μικρή τον είχα ζωγραφίσει με τα κραγιόν της αλλά ξύλο ποτέ δεν έφαγα.
Τον σκούπιζε στωικά αλλά αδιάφορα για εκείνον και μου έλεγε "Κοίτα τι έκανες. Πως θα βλέπεις τώρα να βάλεις τον φιόγκο σου;"
Και είναι η αλήθεια.
Μεγάλο πανηγύρι ο παλιός καθρέφτης μου.
Όλα τα σκέρτσα είχε τα δικά μου να τον κάνουν να μοιάζει ζωντανός. Σαν ο καλύτερος φίλος μου. Η συντροφιά των μοναδικών εξομολογήσεων της σιωπής μου.
Ρυτίδες χλωμάδα, ατέλειες κορμιού αστοχίες ρούχων φορεμένων αλλά και υπέροχα να με δείχνει πανέμορφη.
Μεγάλο πανηγύρι ο καθρέφτης μου αλήθεια. Τη μια σκληρός και την άλλη απίστευτα τρυφερός ακολουθώντας τα πάντα μέσα μου.
Γυαλιά, βιβλία, ένα κουκλάκι και κάτι μπιχλιμπίδια.
Η πουά κούπα μου.
[Το δωμάτιο]
© Στ. Θ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου